- παληο-
- см. παλιο\
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
φαλάνθη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ.) στην πρώην επαρχία Πυλίας του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (9 τ. χλμ.). Βρίσκεται BΔ της Κορώνης και είναι το Παληό Πανιάρες ή Πανιόρες. * * * Α (κατά τον Ησύχ.) «ἐριουργός» … Dictionary of Greek